σύμπας,\ σύμπασα,\ σύμπαν

σύμπας,\ σύμπασα,\ σύμπαν
весь (вместе)

Ancient Greek-Russian simple. 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "σύμπας,\ σύμπασα,\ σύμπαν" в других словарях:

  • σύμπας — ασα, αν, ΝΜΑ, και αττ. τ. ξύμπας, ασα, αν, Α 1. όλος μαζί ή όλος συγχρόνως (α. «σύμπασα η κοινωνία καταδίκασε τα βίαια επεισόδια» β. «πέντ ἦσαν οἱ ξύμπαντες», Σοφ.) 2. συνολικός 3. το ουδ. ως ουσ. βλ. σύμπαν αρχ. 1. το ουδ. ως ουσ. το όλον, το… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»